Μαλαχτό

Βαθμολογήστε αυτό το αντικείμενο
(0 ψήφοι)

Ένα φρέσκο, μαλακό τυρί, που πιέζεται ανάμεσα σε πέτρινες πλάκες και κατόπιν θρυμματίζεται και – όπως υποδηλώνει και το όνομά του – «μαλάζεται» (ζυμώνεται) με αλάτι.

Έχει αψιά γεύση και μπορεί να πάρει διάφορα σχήματα, ενώ διατηρείται κάτω από ένα πανί μουλιασμένο με ρακή.

Login to post comments